Ελάτε στην παρέα μας

Ελλάδα

Δάνεια: Πόσα θα πληρώνετε – Νέο χαράτσι μέσω ΕΚΤ, αναλυτικά παραδείγματα για τις νέες δόσεις

Δημοσιεύθηκε

στις

Αμηχανία επικρατεί σε χιλιάδες δανειολήπτες που έχουν πάρει στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια, οι οποίοι για να εξοφλήσουν το χρέος τους θα πρέπει να πληρώνουν περισσότερα κάθε μήνα στις τράπεζες.

Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να αυξήσει για τρίτη φορά μέσα σε μόλις τέσσερις μήνες το βασικό επιτόκιο, αλλάζει τα δεδομένα και διαμορφώνει ένα εκρηκτικό τοπίο. Εάν σκεφτεί κανείς ότι η αύξηση γίνεται σε μια ιδιαιτέρως κρίσιμη συγκυρία, κατά την οποία «καλπάζει» η ακρίβεια σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, γίνεται σαφές ότι τίποτα δεν θα είναι ξανά το ίδιο.

Η κίνηση της ΕΚΤ, ναι μεν έχει στόχο να μπει φρένο στο ανεξέλεγκτο «ράλι» του πληθωρισμού, αλλά φέρνει σε δύσκολη θέση χιλιάδες δανειολήπτες που θα δουν πιο ακριβές τις μηνιαίες δόσεις από την επόμενη πληρωμή.

Τα θύματα βρίσκονται για άλλη μια φορά στη μεσαία τάξη, στους μισθωτούς που προσπαθούν να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι και μικρομεσαίους επιχειρηματίες που πήραν δάνειο για να «στεριώσουν».

Το μέγεθος του προβλήματος γίνεται αντιληπτό εάν σκεφτεί κανείς ότι η ΕΚΤ έχει αυξήσει φέτος τα επιτόκιά της κατά 200 μονάδες βάσης, κάτι που για πρώτη φορά συμβαίνει στην οικονομική ιστορία της Ευρώπης.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ δείχνει ότι ο Ασκός του Αιόλου έχει ανοίξει, καθώς στη σχετική ανακοίνωση αναφέρεται ότι:

– αναμένει να αυξήσει περαιτέρω τα επιτόκια, προκειμένου να διασφαλίσει την έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στο μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%,

-θα βασίσει τη μελλοντική πορεία των επιτοκίων στις εξελισσόμενες προοπτικές για τον πληθωρισμό και την οικονομία, ακολουθώντας την προσέγγισή του κάθε συνεδρίαση.

Το γεγονός μάλιστα ότι ΕΚΤ αποφάσισε να αλλάξει τους όρους για την παροχή φθηνής ρευστότητας στις τράπεζες, επιβεβαιώνει ότι η Ευρώπη και η Ελλάδα, μπαίνουν σε εποχή υψηλών επιτοκίων.

 

Eurobor

Τα άσχημα νέα για τους δανειολήπτες όμως δεν φαίνεται να σταματούν εδώ, καθώς παράγοντες της αγοράς δεν κρύβουν τον προβληματισμό τους, τονίζοντας ότι βρισκόμαστε στην αρχή μιας νέας δύσκολης εποχής.

Όπως εξηγούν, το euribor 3μήνου, με το οποίο συνδέεται το 90% των δανείων, εκτιμάται ότι θα συνεχίσει την ανοδική του πορεία.

Σημειώνουν μάλιστα ότι από το 1,58% που είναι σήμερα θα εκτοξευτεί στο 2,5% στα τέλη του τρέχοντος έτους και στο 3% από την επόμενη χρονιά, κάτι που εάν συμβεί θα ανατρέψει τον προγραμματισμό ζωής των δανειοληπτών.

 

Διάρκεια δόσης

Με βάση αυτό το νέο και ευμετάβλητο τοπίο, δύσκολα μπορεί να περιγράψει κανείς με ακρίβεια τι θα γίνει με τις επιβαρύνσεις που θα κληθούν να πληρώσουν οι δανειολήπτες.

Η λύση στο γρίφο του πόσο ακριβότερη θα είναι η δόση, έχει άμεση σχέση και με το ποσό του δανείου και τη διάρκεια που απομένει για την αποπληρωμή του.

Με δεδομένο πάντως, ότι οι τόκοι εξοφλούνται εμπροσθοβαρώς στις τράπεζες, εάν το δάνειο είναι στην πρώτη 3ετία ή 5ετία πληρωμών, το πιθανότερο είναι πως το επιπλέον κόστος να είναι μεγαλύτερο.

 

 

Παραδείγματα

Στο ερώτημα τι σημαίνουν πρακτικά οι αποφάσεις της Κεντρικής Τράπεζας, η απάντηση δίνεται μέσα από συγκεκριμένα παραδείγματα που δείχνουν πόση θα είναι η επιβάρυνση του δανειολήπτη

Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι έχουμε ένα δάνειο ύψους 100.000 ευρώ, με επιτόκιο 3,5% και διάρκεια αποπληρωμής τα 20 έτη.

Το συγκεκριμένο δάνειο τον περασμένο Ιούνιο είχε μια δόση 511 ευρώ, αλλά πλέον, μετά και τη νέα αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, θα ανέβει στα περίπου 626 ευρώ.

Όπως γίνεται αντιληπτό ο δανειολήπτης μέσα σε διάστημα μόλις τεσσάρων μηνών πληρώσει «φουσκωμένο» το ποσό του δανείου κατά 114 ευρώ/μήνα και κατά 1.369 ευρώ σε ετήσια βάση.

Ας δούμε τώρα δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο (Εuribor+spread) ύψους 100.000 ευρώ με επιτόκιο 3,0%, διάρκειας 15 ετών, όπου η μηνιαία δόση ήταν 696,37 ευρώ.

Μόλις το επιτόκιο διαμορφωθεί στο 3,75%, η μηνιαία δόση αυξάνεται:

– στα 733,19 ευρώ και

-στα 745,72 ευρώ αν το επιτόκιο διαμορφωθεί στο 4%.

Με επιτόκιο 4,25% η μηνιαία δόση είναι περίπου 758 ευρώ (+62 ευρώ) και στα 771 ευρώ αν το επιτόκιο «σκαρφαλώσει» στο 4,5% (+75 ευρώ).

Ανάλογες είναι οι επιβαρύνσεις για δάνειο ίδιου ποσού και επιτοκίου αλλά 20ετούς διάρκειας, η δόση του οποίου διαμορφώνεται στα 560 ευρώ όταν το επιτόκιο είναι 3% και μπορεί να φτάσει τα 640 με επιτόκιο 4,5%.

Σημασία έχει πάντως το πόσο ώριμο είναι το κάθε δάνειο, πότε δηλαδή έγινε η εκταμίευσή του και πόσο χρόνια υπολείπονται για την αποπληρωμή του.

Η δόση ενός δανείου 100.000 ευρώ, διάρκειας 30 ετών, θα αυξηθεί κατά 38 ευρώ και θα διαμορφωθεί στα 501 ευρώ αν χορηγήθηκε το 2010 και το επιτόκιο αυξηθεί από 3,75% στο 4,75%.

Εάν το ίδιο δάνειο, χορηγήθηκε το 2017, η δόση θα αυξηθεί κατά 58 ευρώ, στα 521 ευρώ, από 463,12 ευρώ.

Στην περίπτωση τώρα που πρόκειται για επιχειρηματικό τοκοχρεωλυτικό δάνειο, ύψους 200.000 ευρώ, με μέσο αρχικό επιτόκιο 5,5% και διάρκεια αποπληρωμής τα 10 χρόνια, τα δεδομένα έχουν ως εξής.

Η αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης οδηγεί σε αύξηση της μηνιαίας δόσης κατά 76 ευρώ το μήνα, καθώς η αρχική δόση των 2.230 ευρώ φτάνει στα 2.307 ευρώ.

Και τώρα τι; Μέσα σ’ αυτό το εξαιρετικά βαρύ κλίμα, το ερώτημα που θέτουν οι περισσότεροι είναι πως θα αντιδράσουν οι δανειολήπτες και το κυριότερο τι θα κάνουν οι τράπεζες για να μη χαλάσει το κλίμα στην οικονομία.

Το βέβαιο είναι ότι τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα, δεν επιθυμούν επιστροφή στο παρελθόν όπου πολλοί δανειολήπτες κήρυξαν στάση πληρωμών, με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν συνθήκες αβεβαιότητας.

Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες:

– ναι μεν αυξάνουν τα σταθερά επιτόκια, αλλά από την άλλη διατηρούν σε ελκυστικά επίπεδα τις διάρκειες των 3 και 5 ετών,

-συνεχίζουν να προσφέρουν δυνατότητα σταθερού επιτοκίου για τα στεγαστικά δάνεια – με το ανάλογο, βέβαια, κόστος.

Επίσης, προσπαθούν να απορροφήσουν την επιβάρυνση των δανειοληπτών μέσω του περιορισμού των κερδών τους στα κυμαινόμενα επιτόκια, για να συνεχιστεί η ζήτηση δανείων.

Ο περιορισμός στη ζήτηση άλλωστε θα έβαζε τέλος και στη δική τους κερδοφορία, κάτι που θα δημιουργούσε αρνητικό κλίμα στην αγορά τόσο των στεγαστικών όσο και των επιχειρηματικών δανείων.

Οι τράπεζες για να πετύχουν τους στόχους πιστωτικής επέκτασης και να μην προκαλέσουν αναταράξεις στη ροή αποπληρωμών, μειώνουν το spread στα κυμαινόμενα επιτόκια.

Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες θα συνεχίσουν να παρέχουν επιλογές στους πελάτες τους που θα τους δίνουν τη δυνατότητα να ανταπεξέλθουν, αλλά το ερώτημα είναι εάν οι δανειολήπτες θα θέλουν να πάρουν.

 

Οι προνοητικοί

Η νέα κρίση στα δάνεια, δε σημαίνει ότι επηρεάζει όλους τους δανειολήπτες καθώς υπήρξαν πολλοί που ήταν προνοητικοί, καθώς προχώρησαν σε δάνεια σταθερού επιτοκίου που είναι της τάξης του 4,20%-4,30%.

Όσοι άκουσαν τους προηγούμενους μήνες τις προτροπές των τραπεζών και «γύρισαν» τα δάνειά τους από κυμαινόμενου επιτοκίου σε σταθερό, βρίσκονται σε ασφαλέστερη θέση.

 

 

Καταθέτες

Τα υψηλά επιτόκια για τους δανειολήπτες είναι η μια όψη του νομίσματος, καθώς η άλλη έχει σχέση με τα επιτόκια καταθέσεων, που παραμένουν σχεδόν μηδενικά από τις συστημικές τράπεζες.

Τα πιστωτικά ιδρύματα υιοθέτησαν τους τελευταίους μήνες τη συγκεκριμένη στρατηγική λόγω της σημαντικής ρευστότητας που συσσώρευσαν εξαιτίας και των μέτρων στήριξης κατά της πανδημίας.

Η ρευστότητα που έχουν στη διάθεσή τους δεν εντείνει τις πιέσεις για προσέλκυση καταθέσεων, ενώ για να μην αλλάξει η ψυχολογία στην αγορά δεν προχώρησαν και σε αρνητικά επιτόκια στην αγορά.

Τα δεδομένα έχουν ως εξής:

-οι συνολικές καταθέσεις στις τράπεζες έχουν αυξηθεί στα 183,1 δισ. ευρώ από 132,9 δισ. ευρώ στις αρχές του 2019, καταγράφοντας άνοδο πάνω από 45 δισ. τα τελευταία χρόνια,

-σε αντίθεση με τράπεζες του εξωτερικού, που δίνουν για λογαριασμούς σε ευρώ επιτόκια από 2% έως 2,5%, τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν επιτόκια κοντά στο μηδέν.

Με δεδομένο όμως ότι ο υψηλός πληθωρισμός ροκανίζει και τα εισοδήματα και τις καταθέσεις, το πιθανότερο σενάριο είναι πως τα δεδομένα θα αλλάξουν σύντομα.

Η εκτίμηση που κυριαρχεί είναι ότι ακόμη και εντός του μήνα, οι καταθέτες ίσως δουν τις πρώτες μικρές αυξήσεις στα επιτόκια, κάτι που σημαίνει επιβράβευση των πελατών τους.

 

«Πηγές» ρευστότητας

Ζητούμενο είναι και το πώς θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν οι επιχειρήσεις από τη στιγμή που το «φθηνό» χρήμα των τραπεζών τελειώνει και που μπορούν να αναζητήσουν άλλες «πηγές» ρευστότητας για επενδύσεις.

Μια λύση μπορεί να αναζητηθεί στα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, εκ των οποίων τα 13 δισ. θα χορηγηθούν με τη μορφή των δανείων και τα υπόλοιπα ως επιχορηγήσεις ή χρηματοδότηση έργων στους τομείς προτεραιότητας που καλύπτει το Ταμείο.

Στο σκέλος των δανειοδοτήσεων, το επιτόκιο αναφοράς παραμένει σε πολύ χαμηλό επίπεδο για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (0,35%), ενώ πλέον για τις μεσαίες και τις μεγάλες στο 1%.

Επίσης, υπάρχει μια σειρά δράσεων επιχορήγησης με επίκεντρο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ύψους άνω του 1,1 δισ. ευρώ όπως:

– η Έξυπνη Μεταποίηση με 73 εκατ. ευρώ,

-ο Πράσινος Αγροτουρισμός με 49 εκατ. ευρώ,

-τα Ψηφιακά Εργαλεία ΜμΕ με 180 εκατ. ευρώ

Πηγή χρηματοδότησης για επιχειρήσεις είναι και ο αναπτυξιακός νόμος, ο οποίος με 13 θεματικά καθεστώτα θα διαθέτει για το καθένα ετησίως 150 εκατ. ευρώ για ενισχύσεις, είτε μέσω φοροαπαλλαγών είτε για επιχορηγήσεις επιδοτήσεις.

Ήδη έχουν προκηρυχθεί τρία καθεστώτα προϋπολογισμού 150 εκατ. ευρώ (το καθένα), εκ των οποίων τα 75 εκατ. ευρώ διατίθενται με τη μορφή των φορολογικών απαλλαγών και τα υπόλοιπα 75 ως επιχορήγηση ή επιδότηση.

 

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ