Ελάτε στην παρέα μας

Κοινωνία

“Προς μια νέα ανάγνωση του εργατικού δικαίου;”, του Δημήτρη Βερβεσού

Δημοσιεύθηκε

στις

Το προτεινόμενο νέο εργασιακό νομοσχέδιο της Κυβέρνησης δεν επιφέρει απλή αλλαγή παραδείγματος στο εργατικό δίκαιο· συνιστά αποκαθήλωση του παραδοσιακού εργατικού δικαίου, όπως διαμορφώθηκε από τις αρχές της βιομηχανικής επανάστασης, δηλαδή ως δίκαιο προστασίας της εργασίας και του εργαζομένου.

Κατά τον θεμελιακό τελεολογικό του προσανατολισμό, το εργατικό δίκαιο εξισορροπεί την υφιστάμενη εν τοις πράγμασιν διαπραγματευτική ανισοδυναμία των μερών, και μετουσιώνει σε κανόνες δικαίου την ανάγκη προστασίας του αδυνάτου μέρους. Δια του συλλογικού, δε, εργατικού δικαίου ανακτάται, μέσω της συλλογικής αυτονομίας, των συλλογικών διαπραγματεύσεων και του δικαιώματος στην απεργία, η διαπραγματευτική δύναμη του κόσμου της εργασίας ως αντίβαρο στην εργοδοτική υπεροπλία.

Το νέο νομοσχέδιο κατακρημνίζει απροκάλυπτα θεμελιώδεις εργασιακές κατακτήσεις. Ηνιοχείται από την αντεργατική αντίληψη, που πρυτάνευσε κατά τη δεκαετία των «μνημονίων», ότι δήθεν ο κύριος εχθρός της ανάπτυξης είναι το εργατικό κόστος. Οι οπαδοί της ελεύθερης αγοράς, που ξιφουλκούσαν επί μακρόν υπέρ της συμπίεσης του κόστους της εργασίας, φαίνεται (πρόσκαιρα) να επικρατούν. Δυστυχώς, επί ζημία της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργαζομένων, που στηρίζουν την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Διότι εκείνο που δεν κατανοούν όσοι απεργάζονται την αποδόμηση του εργατικού δικαίου, είναι ότι η ανάπτυξη προϋποθέτει συμπίεση της ανεργίας -και όχι του κόστους εργασίας-, πλήρη απασχόληση και ισχυρή αγοραστική δύναμη των εργαζομένων.

Αντί όμως αυτά να αποτελούν πολιτικό και οικονομικό πρόταγμα μέσα στο κλίμα εξόδου από την τρέχουσα υγειονομική κρίση και επιστροφής στην ούτω καλούμενη «κανονικότητα», ο κόσμος της εργασίας δέχεται ένα ισχυρό ράπισμα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι με το νέο νομοσχέδιο θεσπίζεται εν ταυτώ:

α) Στα χρονικά όρια εργασίας: η διευθέτηση του χρόνου εργασίας με ατομική συμφωνία· η μείωση του εργοδοτικού κόστους για την υπερωριακή απασχόληση· η υποχρεωτική και υποαμειβόμενη αυξημένη υπερεργασία· η αύξηση των επιτρεπόμενων υπερωριών (σε 150 ετησίως)· οι απεριόριστες καθ’ υπέρβαση υπερωρίες (πέραν των 150 ωρών ετησίως) με άδεια μόνο του Γ.Γ. του Υπουργείου Εργασίας·

β) Στο δίκαιο της απόλυσης: η αντικατάσταση του δικαιώματος συνέχισης παροχής της εργασίας και λήψης μισθών υπερημερίας επί άκυρης απολύσεως, με τη χορήγηση πρόσθετης αποζημίωσης (πλην των περιοριστικά αναφερόμενων εξαιρέσεων), δηλ. στην πράξη η κατάργηση κάθε προστασίας από την άκυρη απόλυση.

γ) Στο συλλογικό εργατικό δίκαιο: η απίσχναση του δικαιώματος απεργίας, η ναρκοθέτηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η κάμψη της προστασίας των συνδικαλιστικών στελεχών.

Βεβαίως, στο ιδιαίτερα σχοινοτενές νομοσχέδιο (των 125 άρθρων και των 129 σελίδων) υπάρχουν και θετικές διατάξεις, όπως η ψηφιακή κάρτα που θα συνδέεται απευθείας online με το σύστημα Εργάνη και θα καταγράφει το χρόνο εργασίας, η κατάργηση της διάκρισης μεταξύ υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών αναφορικά με την προθεσμία προμήνυσης και την καταγγελία των συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας, η άδεια πατρότητας 14 ημερών με αποδοχές και η προστασία του νέου πατέρα κατά της απόλυσης για 6 μήνες από τη γέννηση του τέκνου, η επέκταση της άδειας και της προστασίας μητρότητας στην περίπτωση υιοθεσίας και η καταβολή επιδόματος γονικής άδειας στον κάθε γονέα για τους δύο πρώτους μήνες της γονικής άδειας από τον Ο.Α.Ε.Δ., και η κύρωση των δύο Συμβάσεων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (της Σύμβασης 190 για την εξάλειψη της βίας και παρενόχλησης στον χώρο της εργασίας και της Σύμβασης 187 για τo Πλαίσιο Προώθησης της Ασφάλειας και της Υγείας στην Εργασία).

Τα ανωτέρω μέτρα, όμως, δεν μετατοπίζουν το κέντρο βάρους του νομοσχεδίου· «χρυσώνουν το χάπι», ώστε να μη γίνει αμέσως αντιληπτό το απεχθές πρόσωπο ενός νομοσχεδίου, που παραμένει εχθρικό για την εργασία, και, όπως πιστεύω, εχθρικό για την ανάπτυξη.

Το εργατικό δίκαιο μπορεί να είναι θρυαλλίδα ανάπτυξης. Όχι όμως μέσω της εξάντλησης του εργαζομένου και της στοχοποίησης του μισθού και της θέσης εργασίας. Όχι μέσω της απίσχνασης της ατομικής και συλλογικής εργασιακής προστασίας. Όχι μέσω της συρρίκνωσης της προστατευτικής του εμβέλειας.

Για να αποτελέσει μοχλό παραγωγικότητας και να λειτουργήσει ως δικλείδα ασφάλειας και δικαιοσύνης, το εργατικό δίκαιο πρέπει να εξασφαλίζει καλύτερους όρους εργασίας, να αποτρέπει καταχρηστικές πρακτικές και καταστρατηγήσεις και να αναβαθμίζει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, ώστε να καταπολεμηθεί η φτώχεια και να αμβλυνθούν οι ανισότητες.

 

*Δημήτρης Κ. Βερβεσός, Δικηγόρος – Εργατολόγος

 

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ