Ελάτε στην παρέα μας

Πολιτισμός

Οδοιπορικό στο Χαλάνδρι του χθες και του σήμερα (α΄μέρος)

Δημοσιεύθηκε

στις


Ο Δήμος Χαλανδρίου είναι η επόμενη στάση μας σε αυτό το μαγευτικό ταξίδι που έχουμε ξεκινήσει με το πρόγραμμα καταγραφής των χώρων πολιτιστικής κληρονομιάς στους δήμους-μέλη του Συνδέσμου Βιώσιμης Ανάπτυξης Πόλεων (ΣΒΑΠ)*, το οποίο αποτελεί ένα πολύτιμο μάθημα τοπικής ιστορίας για  μικρούς και μεγάλους.

Ιστορία
Το Χαλάνδρι λοιπόν  είναι προάστιος δήμος, οικιστικού και εμπορικού χαρακτήρα, που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Αττικής και ο πληθυσμός του ανέρχεται περίπου στους 74.192 κατοίκους. Τα διοικητικά του όρια εκτείνονται από την ομώνυμη ρεματιά μέχρι τους πρόποδες του Πεντελικού όρους.
Η ετυμολογία του ονόματός του δεν έχει εξακριβωθεί, αλλά η επικρατούσα θεωρία είναι ότι προκύπτει από τους 1.000 άνδρες κατοίκους του. Κατοικήθηκε κατά τους Πρωτοελλαδικούς χρόνους (2500 – 2000 π.Χ.) και αποτελούσε τον αττικό δήμο Φλύας. Στους Κλασικούς χρόνους εμφανιζόταν ως τόπος καταγωγής επιφανών προσωπικοτήτων, όπως του Ευριπίδη και του Θεμιστοκλή, ενώ κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους λεηλατήθηκε και ερημώθηκε. Μετά την αποχώρηση των Τούρκων τσιφλικάδων και την ίδρυση του ελληνικού κράτους, οι εκτάσεις του Χαλανδρίου περιέρχονται σε Έλληνες κτηνοτρόφους και γεωργούς.
Στα έτη του σύγχρονου ελληνικού κράτους, εμφανίστηκε στη διοικητική ενότητα των Αθηνών, ενώ το 1925 αποσπάστηκε από το Δήμο Αθηναίων και αναγνωρίστηκε ως αυτόνομη κοινότητα. Με τη βελτίωση της ρυμοτομίας του απέκτησε μία νέα ιδιότητα, αυτή του θερέτρου. Το 1944, με τη λήξη της γερμανικής κατοχής, ανακηρύχθηκε ανεξάρτητος Δήμος ενώ μετά τη Μεταπολίτευση, η περιοχή του Χαλανδρίου έγινε προσφιλής για τους κατοίκους της Αθήνας, που αποζητούσαν ένα υψηλότερο επίπεδο διαβίωσης και άρχισε να αποκτά τον οικιστικό χαρακτήρα που διατηρεί μέχρι και σήμερα. Στη σύγχρονη πραγματικότητα, το Χαλάνδρι είναι ένας ιδιαίτερα εύρωστος Δήμος, που συνδυάζει την εμπορική του δύναμη με την κάλυψη των οικιστικών του αναγκών. Το ιστορικό του κέντρο καλύπτεται από εκτενείς πεζοδρόμους και ποδηλατοδρόμους.

Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου
Ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου, που βρίσκεται στην πλατεία Ελευθερωτών, θεμελιώθηκε το 1862. Ο αρχιτεκτονικός του τύπος είναι βασιλική με τρούλο. Οικοδομήθηκε στο χώρο όπου βρίσκεται η βορεινή πλευρά του σημερινού ναού και λειτουργούσε ως κοιμητηριακός ναός του τότε νεκροταφείου Χαλανδρίου. Ήταν πολύ μικρότερος από το σημερινό και καταλάμβανε τη βορεινή πλευρά, δίπλα στη σημερινή βρύση. Το 1850, το νεκροταφείο μεταφέρθηκε εκεί όπου σήμερα βρίσκεται ο Άγιος Γεώργιος. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αποφασίστηκε να επεκταθεί ο ναός, λόγω της αύξησης των κατοίκων του Χαλανδρίου. Έτσι κατεδαφίστηκε η πρόσοψη, επεκτάθηκαν οι πλαϊνές πλευρές του και προστέθηκε ο γυναικωνίτης. Το 1960 σκεπάστηκε ο πρόναος, ενώ το 1970 έγινε εκμετάλλευση της υψομετρικής διαφοράς με το κάτω μέρος της πλατείας και κατασκευάστηκε μία αίθουσα πολλαπλών χρήσεων και άλλες δύο ανεξάρτητες. Τέλος, το 1974 προστέθηκε το παρεκκλήσι του Αγίου Νεκταρίου. Η τοιχογραφία της Πλατυτέρας, εντός του ναού, χρονολογείται το 1886. Αγιογράφος της ήταν ο Εμμανουήλ Παπαδάκης, ζωγράφος από την Κρήτη. Το 1925 έγιναν από τον Καλόθετο οι αγιογραφίες της Θείας Ευχαριστίας, της Αγίας Παρασκευής και των Ιεραρχών. Το 1932 αγιογραφήθηκαν οι κολόνες στο τέμπλο και τα τόξα από τον Αγήνορα Αστεριάδη, ενώ τα έργα ολοκληρώθηκαν το 1962 από τον Διονύση Ανδραβιδιώτη.

Ιερός Ναός Παναγίας Μαρμαριώτισσας
Ο ναΐσκος της Παναγίας Μαρμαριώτισσας βρίσκεται στο Κάτω Χαλάνδρι, στη συμβολή των οδών Σοφοκλή Βενιζέλου και Παναγίας Μαρμαριωτίσσης στην αυλή του σημερινού ναού της Παναγίας, στη νοτιοανατολική του πλευρά. Χρονολογείται από την Ύστερη – Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο. Αρχικά, επρόκειτο για πολυτελές ρωμαϊκό μαυσωλείο, όμοιο με εκείνο του Ηρώδη Αττικού στην Κηφισιά, που κατά τους χριστιανικούς χρόνους μετασκευάστηκε σε χριστιανικό ναό, με την προσθήκη μίας τρίπλευρης αψίδας ιερού στα ανατολικά. Το μαυσωλείο του Χαλανδρίου ήταν κτισμένο από λευκό πεντελικό μάρμαρο και ανήκε στον αρχαίο δήμο της Φλύας. Φιλοξενούσε ένα θόλο στο πάνω μέρος της οροφής, που όμως ήταν ορατός στον επισκέπτη μόνο από το εσωτερικό του. Στα τοιχώματά του υπήρχαν μέρη από αγιογραφίες που χρονολογούνται στα τέλη του 17ου π.Χ. με αρχές του 18ου π.Χ. αιώνα. Δεν διατηρεί τοιχογραφίες από τη βυζαντινή εποχή, παρά ελάχιστα δυσδιάκριτα σπαράγματα του 17ου αιώνα. Η ονομασία Μαρμαριώτισσα πρέπει να προήλθε από τα πολλά μαρμάρινα μέλη που βρέθηκαν στον άμεσο περιβάλλοντα χώρο του ναΐσκου, αλλά και από το υλικό κατασκευής του αρχικού πολυτελούς ταφικού μνημείου. Ο ναός έχει σχήμα τετράγωνο και καλύπτεται από θόλο. Οι διαστάσεις του μνημείου είναι 6 x 5,80μ. και το ύψος του είναι 2,30μ.. Χαρακτηρίζεται από την άριστη επεξεργασία και προσαρμογή των λίθων. Στο δυτικό τμήμα του ναού υπάρχει η θύρα καθόδου και το υπέρθυρο. Η πρόσοψη με το κωδωνοστάσιο αποτελούν μεταγενέστερη προσθήκη. Στην κύρια είσοδο του ναού βρίσκονται έντεκα σκαλοπάτια, ενώ στο εσωτερικό τμήμα, το αρχαίο μνημείο έχει μετατραπεί σε χριστιανικό ναό. Ο θόλος είναι αρχαίος και αποτελείται από δεκατρείς μαρμάρινους δόμους. Το έδαφος είναι στρωμένο με τμήματα σαρκοφάγου, η οποία είχε βρεθεί μέσα στο αρχαίο μνημείο.

Αρχαία Οδός

Την αρχαία οδό που οδηγούσε από τα λατομεία μαρμάρου της Πεντέλης στην Αθήνα έκρυβε στο υπέδαφός του ένα οικόπεδο στο Χαλάνδρι. Η αρχαία οδός ήταν σε χρήση τουλάχιστον από τους κλασικούς χρόνους και ταυτίζεται με την πορεία της λεγόμενης οδού της λιθαγωγίας. Εντοπίστηκε από σωστική ανασκαφή σε ιδιωτικό οικόπεδο στη Λεωφόρο Πεντέλης 133 (μεταξύ των οδών Πάρνηθος, Μεσσηνίας και Λακωνίας) και σε απόσταση περίπου 80 μ. νοτίως της ρεματιάς Χαλανδρίου. Πρόκειται για μία σημαντική ανακάλυψη, καθώς μέσω της συγκεκριμένης οδού μεταφέρονταν από τα λατομεία στην Αθήνα οι όγκοι του μαρμάρου με τους οποίους κτίστηκαν τα μνημεία της Ακρόπολης. Όπως εκτιμούν οι αρχαιολόγοι, η αρχαία οδός είχε τρία οδοστρώματα, αλλά μέχρι στιγμής έχει ερευνηθεί μόνο το ανώτερο. Φέρει μάλιστα τις αρματροχιές, τις δύο αύλακες δηλαδή για τους τροχούς των οχημάτων, με τη μία εξ αυτών να διακρίνεται με σαφήνεια παράλληλα προς το βόρειο ανάλημμα της οδού. Ο δρόμος αποκαλύφθηκε σε όλο το πλάτος του οικοπέδου, σε μήκος 19,70 μ., ενώ το μέγιστο πλάτος του είναι 3,30 μ. Στις δύο πλευρές της σώζονται οι αναλημματικοί τοίχοι που συγκρατούσαν τα οδοστρώματα από συμπιεσμένο χώμα που περιλαμβάνει όστρακα αγγείων και κατά τόπους μικρούς αργούς λίθους. Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο που προέκυψε από την έρευνα είναι η ύπαρξη σε απόσταση κατά προσέγγιση 5,40μ. από το βόρειο ανάλημμα και προς την πλευρά της ρεματιάς Χαλανδρίου ενός πρόχειρου τοίχου από αργούς λίθους και ποταμίσιους χάλικες, εν μέρει διαλυμένου κατά τόπους, ο οποίος βαίνει παράλληλα προς την αρχαία οδό και πιθανώς μπορεί να ερμηνευθεί ως ένα είδος αναχώματος για την προστασία της οδού στην περίπτωση ισχυρών πλημμυρών. Από τα έως τώρα κινητά ευρήματα της ανασκαφής, εκτός βεβαίως από την αρχαία κεραμική, άξια αναφοράς είναι ένα μολύβδινο σταθμίον (αντικείμενο μέτρησης βάρους), μία χάλκινη εφηλίδα (κάλυμμα καρφιού), μία ενσφράγιστη λαβή οξυπύθμενου αμφορέα για κρασί με παράσταση οινοχόης και ένα χάλκινο νόμισμα εποχής Φραγκοκρατίας, με βάση τις πρώτες εκτιμήσεις. Το νόμισμα, καθώς βρέθηκε επάνω στο βόρειο ανάλημμα της αρχαίας οδού, πιθανώς υποδεικνύει τη χρήση της έως την εποχή αυτή.

Διαβάστε επίσης:

To στέκι του Πολιτισμού στο Χαλάνδρι

Πως αξιοποιήθηκε το σπίτι του Φλωράκη στο Χαλάνδρι

Η ιστορία της Ριζαρείου Σχολής

Το θέατρο και τα αρχαία της Ρεματιάς

Ένα Μουσείο για… Νόμπελ

Δύο χώροι λατρείας με πλούσια ιστορία

*Πηγή αποτέλεσε‭ ο Σύνδεσμος Βιώσιμης Ανάπτυξης Πόλεων.

** H εν λόγω εργασία-έρευνα έγινε από το Σύνδεσμο στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο μέσω προγραμμάτων κοινωφελούς απασχόλησης στην Β.-Β.Α. Περιφέρεια Αττικής με τίτλο “Καταγραφή των χώρων πολιτιστικής κληρονομιάς στην περιοχή των Δήμων-μελών του Συνδέσμου”.
Για την ολοκλήρωση του συνεργάστηκαν πληθώρα επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων (ιστορικοί-φιλόλογοι) και απαιτήθηκε πολύωρη εργασία συλλογής και τεκμηρίωσης στοιχείων (βιβλιογραφία, διαδίκτυο, επαφές με δήμους και φορείς). Στόχος ήταν η κατά το δυνατό πληρέστερη και πλέον αξιόπιστη καταγραφή της της πολιτιστικής κληρονομιάς των Δήμων-Μελών του Συνδέσμο

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ