Ελάτε στην παρέα μας

Αγίας Παρασκευής

Αγία Παρασκευή: Μια πόλη με ιστορία στη σκιά του Υμηττού

Δημοσιεύθηκε

στις


Το οδοιπορικό μας στους δήμους των βορείων προαστίων μέσω του προγράμματος του Συνδέσμου για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη των Πόλεων* μας πάει σήμερα ανατολικά και συγκεκριμένα στο Δήμο Αγίας Παρασκευής.

Ιστορία
Η Αγία Παρασκευή βρίσκεται στους πρόποδες του Υμηττού, εντάσσεται στα βόρεια προάστια και οι κάτοικοί της ανέρχονται σε 59.704. Πήρε το όνομά της από την ομώνυμη εκκλησία που βρίσκεται στην κεντρική πλατεία. Πρώτη αναφορά για την περιοχή γίνεται στα «Αττικά» του Παυσανία όπου μαθαίνουμε ότι, κατά τον 6ο αιώνα, ανήκε στο δήμο Φλύας της Κεκροπίδας φυλής. Στα τελευταία βυζαντινά χρόνια, η ιστορία του τόπου επικεντρώνεται γύρω από τη ζωή του μοναστηριού Αϊ Γιάννη του Κυνηγού ή Μονή των Φιλοσόφων. Στις αρχές του 19ου αιώνα, η περιοχή ανήκε στον Τούρκο Χαλήλ Μπέη που την πούλησε στον κόμη Αντώνιο Μπότσαρη και εκείνος με τη σειρά του το 1850 πούλησε ένα μεγάλο μέρος σε εννιά κατοίκους του Χαλανδρίου. Μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα, στην περιοχή κατέφευγαν οι φυματικοί λόγω του υγιεινού κλίματος, νοικιάζοντας ή στήνοντας παράγκες στα κτήματα των τότε κατοίκων. Η Αγία Παρασκευή αναγνωρίστηκε οριστικά ως κοινότητα το 1931 και το 1963 έγινε Δήμος. Το 1995 εισήχθη στη Νομαρχία Αθηνών. Είναι ένα από τα λίγα προάστια που προικίστηκαν με πλούσια βλάστηση, κυρίως στις υπώρειες του όρους. Διαθέτει πληθώρα σχολείων και βρίθει από πλατείες, ελεύθερους χώρους και πάρκα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως κάθε συνοικία έχει και τη δική της τοπική πλατεία μαζί με την τοπική της αγορά.

Υμηττός
Η Αγία Παρασκευή είναι στενά συνδεδεμένη με τον ορεινό όγκο του Υμηττού και για αυτό το λόγο το βουνό συγκαταλέγεται δικαίως στους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης όπως τους έχε καταγρλαψει ο Σύνδεσμος Βιώσιμης Ανάπτυξης Πόλεων.
Ο Υμηττός, μαζί με τις άλλες τρεις οροσειρές, την Πάρνηθα, την Πεντέλη και το Αιγάλεω που περικλείουν το λεκανοπέδιο της Αθήνας, καταλαμβάνει την ανατολική του πλευρά και εκτείνεται σε μήκος 24χλμ. από το Χολαργό, την Αγία Παρασκευή και τα Γλυκά Νερά στα βόρεια έως τη Βούλα και τη Βάρη στα νότια. Η ψηλότερη κορυφή του έχει ύψος 1026 μ. και είναι γνωστή ως Εύζωνας ή Φωλιά του Αητού. Πολλές εκδοχές υπάρχουν για τη σημασία, την ερμηνεία και την προέλευση της λέξης Υμηττός η οποία θεωρείται Πελασγική. Ενδεικτικά, ο Ηρόδοτος πιστεύει ότι Υμηττός/ Υμησσός σημαίνει το στέρεο, το πετρώδες έδαφος. Ο Υμηττός κατοικήθηκε μόνο από τους Πελασγούς, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, και ήταν τόπος λατρείας τους από τα πανάρχαια χρόνια. Έστησαν τους πρώτους βωμούς και τα ιερά κοντά σε πηγές. Αργότερα, οι Αρχαίοι Έλληνες έκτισαν στα ίδια σημεία ναούς αφιερωμένους στον Δία και τα παιδιά του. Χάρισε στους κατοίκους της Αττικής το κυανότεφρο μάρμαρό του, τη λεγόμενη «Υμηττίαν μάρμαρον» (Στράβων, 9, 23) που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή μνημείων στην Ελληνιστική εποχή, κυρίως όμως κατά την περίοδο της Ρωμαιοκρατίας. Τον 5ο και 6ο αιώνα κτίστηκαν οι πρώτοι χριστιανικοί ναοί, στην ίδια θέση και με τα υλικά των αρχαίων ναών, αφού ο Αυτοκράτορας του Βυζαντίου Θεοδόσιος απαγόρευσε την αρχαία λατρεία. Από τον 11ο αιώνα άρχισαν να ιδρύονται μοναστήρια, τα οποία κατά την Τουρκοκρατία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ορθόδοξη πίστη, τη διδασκαλία και την πολιτιστική εξέλιξη. Η περιοχή του Υμηττού έχει παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή των κατοίκων των περιοχών που έχουν δομηθεί στους πρόποδές του, όπως είναι η Αγία Παρασκευή, ο Χολαργός και η περιοχή του Παπάγου.

Μονή Αγίου Ιωάννη του Κυνηγού
Στο πλάτωμα ενός λόφου του Υμηττού, κάτω από τη βορειότερη κορυφή του, βρίσκεται η Μονή του Αγίου Ιωάννη του Κυνηγού των Φιλοσόφων. Η πρόσβαση είναι σήμερα εφικτή από το προάστιο της Αγίας Παρασκευής. Το καθολικό της Μονής ανήκει στον τύπο των σταυροειδών εγγεγραμμένων δικιονίων ναών και χρονολογείται, σύμφωνα με τον καθηγητή Μπούρα, στις αρχές του 13ου αιώνα. Στοιχεία για τη μονή προκύπτουν από διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα. Ο μοναχός Φιλόσοφος, ο οποίος προερχόταν από τη Μονή Φιλοσόφων στην Αρκαδία, θα υπήρξε ιδρυτής της αφού προηγουμένως εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Η μονή του Υμηττού αφιερώθηκε στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο κατά μίμηση της αρκαδικής μονής. Από την παλαιά μονή σήμερα διατηρούνται πολλά μέρη, όπως το καθολικό, γύρω από το οποίο υπάρχουν αρκετά μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη διαφόρων εποχών. Τόσο ο μεταγενέστερος νάρθηκας όσο και το καθολικό διασώζουν τοιχογραφίες χρονολογημένες από το 17ο ως το 19ο αιώνα. Ωστόσο, υπάρχουν και παλαιότερα στρώματα ζωγραφικής στον κυρίως ναό και στο Ιερό, ως επί το πλείστον σπαράγματα ενδυμασίας, που χρονολογούνται στη βυζαντινή εποχή. Κατά την Τουρκοκρατία, η μονή γνώρισε ακμή και απέκτησε διάφορα μετόχια, ωστόσο, το 1833 διαλύθηκε με Βασιλικό Διάταγμα (25-09-1833). Το 1921 κηρύχτηκε ως Βυζαντινό Μνημείο πάλι με Βασιλικό Διάταγμα (9/19-04-21). Σήμερα, λειτουργεί ως γυναικεία μοναστική κοινότητα.

Ιερός Ναός Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού
Ο Ιερός Ναός Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού βρίσκεται στην περιοχή Σταυρός, στην είσοδο των Μεσογείων. Ξεκίνησε να οικοδομείται το έτος 1963 και τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για τη δόμησή του ήταν το ξύλο και για τη στέγη του το ελενίτ. Ο χώρος που κατασκευάστηκε ήταν δασικός, όμως, η ανάγκη ανέγερσης ναού ήταν επιτακτική. Αφού έγινε αποχαρακτηρισμός της έκτασης και το παρεκκλήσιο της Αγίας Θέκλας δεν επαρκούσε για τις ανάγκες των κατοίκων, μιας και δεν υπήρχε άλλος ναός στην περιοχή, αποφασίστηκε η ανέγερση του νέου. Η πρώτη Θεία Λειτουργία έγινε στις 8 Σεπτεμβρίου 1963. Στην επιλογή του ονόματος έπαιξε σημαντικό ρόλο το όνομα της περιοχής και το γεγονός ότι λίγες ημέρες μετά την ολοκλήρωση του ξύλινου ναού θα εορταζόταν η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού. Η τελετή της Θεμελιώσεως έγινε το 1967 ενώ τα εγκαίνια του ναού στις 16 Ιουνίου 1996.

Ιερός Ναός Αγίας Παρασκευής
Ο Ιερός Ναός της Αγίας Παρασκευής βρίσκεται στην κεντρική πλατεία του Δήμου και κτίστηκε το 1935, στη θέση ομώνυμου μικρού ναΐσκου. Το 1931 έγινε προέκταση του ξύλινου μέρους του ναού και το 1933 αποφασίστηκε η ανέγερση του νέου. Οι εργασίες, με υπεύθυνο τον εργολάβο Κ. Κωττάκη, διήρκεσαν ως το Σεπτέμβριο του 1935, οπότε άρχισε να λειτουργεί η εκκλησία. Η οκταγωνικού τύπου και βυζαντινού ρυθμού εκκλησία αγιογραφήθηκε κατά σειρά από τον Κομνηνό Καλόθετο, τον Στέφανο Ασμάνη και τον Ζαννή Γραικό. Οι εργασίες των τοιχογραφιών άρχισαν το 1939 και διήρκεσαν 15 χρόνια ακολουθώντας τη βυζαντινή και τη δυτική τεχνοτροπία. Στο εσωτερικό του ναού υπάρχουν πολλά εκκλησιαστικά σκεύη και κειμήλια.

Ο ιστορικός ναός της Αγίας Θέκλας

Δημοτική Βιβλιοθήκη και Μουσείο

H «Αμαρυλλίς» της Αγίας Παρασκευής

Πολιτιστικό μνημείο η Βίλα Ιόλα

*Πηγή αποτέλεσε‭ ο Σύνδεσμος Βιώσιμης Ανάπτυξης Πόλεων. ‬

** H εν λόγω εργασία-έρευνα έγινε από το Σύνδεσμο στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο μέσω προγραμμάτων κοινωφελούς απασχόλησης στην Β.-Β.Α. Περιφέρεια Αττικής με τίτλο “Καταγραφή των χώρων πολιτιστικής κληρονομιάς στην περιοχή των Δήμων-μελών του Συνδέσμου”.
Για την ολοκλήρωση του συνεργάστηκαν πληθώρα επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων (ιστορικοί-φιλόλογοι) και απαιτήθηκε πολύωρη εργασία συλλογής και τεκμηρίωσης στοιχείων (βιβλιογραφία, διαδίκτυο, επαφές με δήμους και φορείς). Στόχος ήταν η κατά το δυνατό πληρέστερη και πλέον αξιόπιστη καταγραφή της της πολιτιστικής κληρονομιάς των Δήμων-Μελών του Συνδέσμο

Continue Reading
Κάντε κλικ για να σχολιάσετε

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ