Οι διαδηλωτές έβαλαν φωτιές στο κέντρο του Αϊντχόφεν και πέταξαν μεγάλες πέτρες προς τις αστυνομικές δυνάμεις, κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης. Από την πλευρά τους, οι αστυνομικοί απάντησαν με δακρυγόνα και αντλίες νερού, ενώ προχώρησαν στη σύλληψη τουλάχιστον 55 ατόμων.

Παρόμοια γεγονότα καταγράφηκαν και στην πρωτεύουσα της χώρας, το Άμστερνταμ. Η αστυνομία χρησιμοποίησε αντλία νερού για να διαλύσει μια παράνομη διαδήλωση κατά του λοκντάουν, κοντά στο Μουσείο του Βαν Γκογκ.

Ήταν τα χειρότερα περιστατικά βίας που έπληξαν τη χώρα από την έναρξη της πανδημίας και η δεύτερη συνεχόμενη Κυριακή που η αστυνομία συγκρούστηκε με διαδηλωτές στο Άμστερνταμ. Η χώρα βρίσκεται σε σκληρό λοκντάουν από τα μέσα Δεκεμβρίου, που πρόκειται να συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου. Η κυβέρνηση ενίσχυσε τα μέτρα με απαγόρευση κυκλοφορίας από τις 9 μ.μ. έως τις 4:30 π. μ., που τέθηκε σε ισχύ το Σάββατο.

Οι παραβάτες αντιμετωπίζουν πρόστιμο 95 ευρώ. Εξαιρέσεις είναι δυνατές, ιδίως για τους ανθρώπους που επιστρέφουν από κηδείες ή εκείνους που πρέπει να εργαστούν, αλλά με την προϋπόθεση ότι προσκομίζουν πιστοποιητικό.

Ο Υπουργός Δικαιοσύνης Φερντ Γκράπερχους καταδίκασε τη βία. «Αυτό δεν έχει καμία σχέση με διαδήλωση κατά των μέτρων», δήλωσε ο Γκράπερχαους. «Πρόκειται απλώς για εγκληματική συμπεριφορά ατόμων που στοχεύουν σκόπιμα την αστυνομία, τους δημοσιογράφους και άλλους εργαζόμενους.»

Στο Αϊντχόφεν, 125 χιλιόμετρα νότια του Άμστερνταμ, μια κεντρική πλατεία κοντά στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό ήταν γεμάτη πέτρες, ποδήλατα και θρυμματισμένο γυαλί. Το πλήθος εκατοντάδων διαδηλωτών πιστεύεται ότι περιλάμβανε υποστηρικτές της αντι-μεταναστευτικής ομάδας PEGIDA, η οποία είχε επιδιώξει να διαδηλώσει στην πόλη.

Η αστυνομία του Αϊντχόφεν δήλωσε ότι έκανε τουλάχιστον 55 συλλήψεις και προειδοποίησε τους πολίτες να μείνουν μακριά από το κέντρο της πόλης εν μέσω των συγκρούσεων. Τα τρένα από και προς το σταθμό σταμάτησαν και τα τοπικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν λεηλασία στον σταθμό. Μια γυναίκα που δεν συμμετείχε στις διαμαρτυρίες νοσηλεύτηκε, αφού τραυματίστηκε από αστυνομικό άλογο, ανέφερε η αστυνομία. Ο δήμαρχος του Αϊντχόφεν χαρακτήρισε τους διαδηλωτές «αποβράσματα».

Ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε καταδίκασε τις ταραχές σε εθνικό επίπεδο, αποκαλώντας τες «εγκληματική βία». «Αυτό δεν έχει καμία σχέση με διαμαρτυρία, πρόκειται για εγκληματική βία και θα την αντιμετωπίσουμε ως τέτοια», δήλωσε σε δημοσιογράφους έξω από το γραφείο του στη Χάγη.

Στο Ένσεντε, μια πόλη κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία, διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν κοντά σε νοσοκομείο και επιχείρησαν να σπάσουν αρκετά παράθυρα, ενώ ένα διαγνωστικό κέντρο κορονοϊού πυρπολήθηκε το βράδυ του Σαββάτου στο χωριό Ουρκ στο βόρειο τμήμα της χώρας, ανέφεραν οι τοπικές αρχές.

Τουλάχιστον 13.540 άνθρωποι έχουν πεθάνει από κορονοϊό στην Ολλανδία, όπου τα κρούσματα έχουν φτάσει τις 944.000.