Ελάτε στην παρέα μας

Πολιτισμός

Η Καίτη Φίνου στο Χ-τύπο : “Δεν με ενδιαφέρει να γίνω πρωταγωνίστρια – Το έκανα ήδη”

Δημοσιεύθηκε

στις

Η Καίτη Φίνου, αγαπημένη ηθοποιός που με αφοσίωση έχει ανέβει πολλές φορές εδώ και χρόνια στο θεατρικό σανίδι, αλλά έχει συμμετάσχει με ιδιαίτερη επιτυχία και στον κινηματογράφο, όπως και στην τηλεόραση, δίνει μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στον Χτύπο.

Με αφορμή την παιδική παράσταση “Η κοκκινοσκουφίτσα και ο πονηρός λύκος”, που ανοίγει… αυλαία στο θέατρο Αυλαία στον Πειραιά (από Κυριακή 19 Μαΐου και κάθε Σάββατο & Κυριακή στις 17.00 έως 30 Ιουνίου), η κα Φίνου αποκαλύπτει τους λόγους που είχαμε καιρό να τη δούμε στο θέατρο, ενώ κάνει μια αναδρομή σε χρόνια όπου έστρωναν με την παρέα της σεντόνια στα πεζοδρόμια της γειτονιάς για να παίζουν θέατρο, απ’ όπου και της μπήκε το “μικρόβιο” (άλλος σημαντικός λόγος για να πάρει την απόφαση αποτέλεσε η θέαση της αείμνηστης Ούρσουλας Άντρες στη μεγάλη οθόνη). Επιπλέον, η Καίτη, μεταξύ άλλων, μιλάει με τρυφερά λόγια για τον συμπρωταγωνιστή της σε πολυάριθμες ταινίες (και στη ζωή), Στάθη Ψάλτη, ενώ τονίζει τη σημασία του να διαθέτει ένας ηθοποιός ταλέντο ώστε να έχει μια πηγαία καλή απόδοση στο θέατρο χωρίς να διαβάζει νυχθημερόν.

Αυτή την περίοδο σας βρίσκουμε στο «Η κοκκινοσκουφίτσα και ο πονηρός λύκος». Πώς είναι οι πρόβες μέχρι στιγμής; Πώς νιώθετε για την επιστροφή σας στο σανίδι;

Είμαστε αρκετό καιρό σε πρόβες. Εγώ συγκεκριμένα μετά από κάποια χρόνια ανεβαίνω πάλι σε θεατρική σκηνή. Σταμάτησα πριν την πανδημία και μετά για δύο χρόνια ήταν δική μου επιλογή να μη συμμετέχω σε θεατρικές παραστάσεις, καθώς βρισκόμουν ήδη σε «επικίνδυνη» ηλικία, ήμουν και είμαι χοντρή (δεν καταργώ καμία λέξη), όπως και καπνίστρια, οπότε παρόλο που μου έκαναν πρόταση, δεν ήθελα να δουλέψω. Το φοβήθηκα. Μετά κόλλησα εγώ Covid, με πολύ άσχημες παρενέργειες, δηλαδή νοσηλεύτηκα, δεν μπορούσα να περπατήσω, έπεσαν δόντια, μαλλιά και έπαθα ωχρά κηλίδα στο μάτι. Μετά από καιρό κιόλας, είδα το πόσο έχει διαφθαρεί τόσο ο θεατρικός χώρος όσο και η κοινωνία. Όταν όμως μου έκανε την πρόταση η κα Τζουάνη, σκέφτηκα “Καίτη, ήρε η ώρα να ενεργοποιηθείς ξανά γιατί είναι κάτι που σου αρέσει». Μου προσέφεραν τον ρόλο της γιαγιάς, ο οποίος και με ιντρίγκαρε. Τα παιδιά είναι αθώες ψυχές, ό,τι βλέπουν θα σου το πουν, χωρίς κακία. Είναι ένα κοινό που δεν σε κατηγορεί. Βρέθηκα σε ένα άλλο κύκλωμα, αν θέλεις, που ήταν πιο «καθαρό» σε προθέσεις. Σαφώς δεν το κάνω για οικονομικούς λόγους το συγκεκριμένο, αλλά επειδή θέλω να νιώσω ψυχικά καλά. Σκέφτηκα «εγώ θα ξεκινήσω κάτι που θα μου φτιάξει τη διάθεση» κι έχω λάβει ήδη πολλή αγάπη, συνεπώς θα κάνω τα αδύνατα δυνατά για να το προωθήσω όσο μπορώ. Όταν γνώρισα αυτόν τον θίασο, είδα πόσο οργανωμένοι είναι και σκέφτηκα «εδώ είμαστε».

Πώς πήρατε την απόφαση να γίνετε ηθοποιός;

Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια στην Καλλιθέα. Θυμάμαι ότι είχα δει στον κινηματογράφο ένα παραμύθι με την Ούρσουλα Άντρες, όπου η ίδια φορούσε κατάλευκο φόρεμα, έπεφτε μέσα στη φωτιά για να σώσει τον αγαπημένο της κι έβγαινε γριά, σαν μάγισσα! Την επόμενη ημέρα, στο σπίτι της γιαγιάς μου, είχα ήδη πέσει από ένα σκαμπό τυλιγμένη στα σεντόνια (γέλια). Επισκεπτόμουν τη μαμά μου Σαββατοκύριακα θυμάμαι, η οποία με πήγαινε να δω Μάρθα Βούρτση και Μαριάννα Κουράκου. Από εκείνες εμπνεύστηκα και, παίζοντας με τα παιδιά της γειτονιάς, ήθελα πάντα να υποδύομαι τη μάνα. Στήναμε σεντόνια σε πεζοδρόμια, έρχονταν παιδάκια να μας δουν και πλήρωναν κιόλας εισιτήριο! Ωραίες εποχές. Κάθε φορά που είχε πρεμιέρα της Αλίκης στους κινηματογράφους, εγώ έτρεχα ήδη από την απογευματινή προβολή για να το δω δύο φορές. Μια φίλη μου επίσης είχε ταράτσα δίπλα σε θερινό σινεμά, οπότε μια μέρα είδα από εκεί τον «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» του Τζεφιρέλι, κι εκεί τελείωσε, το πήραν απόφαση οι δικοί μου ότι αυτό ήθελα να κάνω.

Προτιμάτε θέατρο, κινηματογράφο ή τηλεόραση και γιατί;

Από κινηματογράφο προτιμούσα τον παλιό η αλήθεια είναι, και ας έπρεπε να γυρίσουμε κάθε σκηνή πολλές φορές. Παρακολουθούσαμε κιόλας αυτούς που έκαναν το μοντάζ, έκοβαν, ένωναν τις εικόνες με σελοτέιπ, οπότε ήταν μοναδική εμπειρία. Αγαπώ πολύ και το θέατρο. Τηλεόραση θα έκανα αν μου δινόταν ένας πολύ καλός ρόλος, για οικονομικούς λόγους. Δεν με ενδιαφέρει να γίνω πρωταγωνίστρια, έγινα ήδη. Δεν θέλω να είμαι μια ζωή η παιδούλα. Ας πάρω μικρό ρόλο που να αποφέρει, όμως, χρήματα για να ζω τη ζωή μου αξιοπρεπώς.

Βρεθήκατε από πολύ νωρίς στον χώρο του θεάματος. Στην πορεία αυτή ήρθαν όλα όπως τα περιμένατε και ονειρευόσασταν;

«Μάνα, για αλλού ξεκίνησα και αλλού η ζωή με βγάζει». Στη δραματική σχολή δεν σου δίνουν να παίξεις επιθεώρηση, συνεπώς έπαιζα στην αρχή τα κλασικά έργα και τις αρχαίες τραγωδίες. Το όνειρό μου ήταν να παίξω Ματωμένο γάμο, την Ιουλιέτα, Δεσποινίδα Τζούλια, Αντιγόνη, τέτοια. Όταν μεγάλωσα όμως, δεν είχα ποτέ μου φανταστεί ότι θα υποδυόμουν στο κλασικό θέατρο ρόλους μεγάλων σε ηλικία γυναικών, κάτι που επίσης δεν μετάνιωσα καθόλου. Έπρεπε, άλλωστε, να ζήσω. Ο Στάθης δεν ήταν ο άνθρωπος που θα με ζούσε. Κάποια στιγμή θα χωρίσεις, δεν πρέπει να βασιστείς στον άλλον.

Αν χαρακτηρίζατε με τρία επίθετα τον Στάθη Ψάλτη, ποια θα ήταν αυτά;

Δεν θα ήθελα να τον χαρακτηρίσω με επίθετα, γιατί είχε και πάρα πολλά κακά. Θέλω να εστιάσω στο δημιουργικό του κομμάτι, που πήγε κι εμένα μπροστά. Θα πω ένα πράγμα μόνο, πως ο Στάθης ήταν ένας από τους μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού ηθοποιούς, κι εγώ τον ευχαριστώ με όλη μου την ψυχή γιατί ήταν ο μεγαλύτερος δάσκαλος. Κυρίως μέσω της επαγγελματικής μας σχέσης ήταν που έμαθα πάρα πολλά. Καταλάβαινα από την αναπνοή του και μόνο πότε θα μιλήσει, πότε θα σταματήσει και πότε θα προσθέσει δικά του λόγια. Μέσα από τον Στάθη έμαθα πώς παίζεται η κωμωδία και πλέον μπορώ να βγάλω εις πέρας το μεγαλύτερο δράμα που θα μου δώσει κάποιος, γυρίζοντάς το μάλιστα σε κωμωδία. Πρέπει να συναναστραφείς με ηθοποιούς του βεληνεκούς του Στάθη για να καταφέρεις κάτι τέτοιο. Εγώ δηλαδή παίζοντας στην Κοκκινοσκουφίτσα τη γιαγιά, έναν ρόλο κωμικό, έχω τον Στάθη συνέχεια στο μυαλό μου. Η γιαγιά που τόσες φορές υποδυόταν ο Στάθης έχει γίνει πια ένα με τη γιαγιά που υποδύομαι εγώ. Μου έδωσε πολλά ερεθίσματα αυτός ο άνθρωπος.

Θεωρείτε τις σπουδές απαραίτητο κομμάτι στην υποκριτική ή αρκεί το ταλέντο;

Θεωρώ ότι χρειάζεται το ταλέντο, διαφορετικά πρέπει να διαβάσει κάποιος πολύ, από το πρωί μέχρι το βράδυ, να γίνει κινητή βιβλιοθήκη ώστε να ξέρει πού να βάλει το κόμμα, την τελεία και την άνω τελεία. Όταν το μαθαίνεις αυτό, δημιουργείς ένα αριστούργημα. Παρόλα αυτά, αν έχεις έμφυτο ταλέντο, δεν χρειάζεται η τόσο μεγάλη κούραση. Οι ταλαντούχοι διάβαζαν το έργο και γνώριζαν ήδη από μέσα τους πού πρέπει να μπει το κόμμα. Αν δεν έχεις λοιπόν ταλέντο, επιβάλλεται πάρα πολύ διάβασμα και πάλι λίγοι θα πετύχουν. Η δραματική σχολή χρειάζεται έτσι κι αλλιώς γιατί εκεί μαθαίνεις το ήθος και την αξιοκρατία, τουλάχιστον στα δικά μου χρόνια έτσι γινόταν, όταν φοίτησα στη σχολή του Θεοδοσιάδη. Έπρεπε να περάσει πολύς καιρός για να λάβω το πρώτο καθαρό χειροκρότημα από όλο το θέατρο, και ας ήμουν ήδη γνωστή από το σινεμά. Η καταξίωση τότε αργούσε πάρα πολύ. Συγκινήθηκα πολύ όταν ο κόσμος με θεώρησε πια θεατρίνα, ότι δηλαδή βρίσκομαι στη σκηνή κάθε βράδυ για εκείνους.

Ποια δουλειά ή συνεργασία ξεχωρίζετε μέχρι στιγμής;

Όταν έπαιζα το 1986 στο «Αστέρι του τσίρκου» στο θέατρο, με σκηνοθεσία Διαμαντόπουλου. Πραγματευόταν την καταπίεση της γυναίκας ήταν οι εποχές τέτοιες που οι γυναίκες καταπιέζονταν πολύ από τους άντρες, “γυναίκα βάλε μου να φάω” και τα σχετικά. Μετά μου άρεσε κάτι πολύ πιο ανάλαφρο, το «Ξενοδοχείο Καστρί», που το μεταφέραμε στον κινηματογράφο, το πήγαμε σε όλη την Ελλάδα, στην Αμερική, στην Αυστραλία. Αγάπησα, επιπλέον, αρκετές επιθεωρήσεις. Τέλος, σαφώς και θα πω για το «Κόκκινο δωμάτιο», γιατί έως τότε δεν με έπαιρναν στην ιδιωτική τηλεόραση. Συναναστράφηκα για πρώτη φορά με όλους τους γνωστούς ηθοποιούς και τους γνώρισα από κοντά. Ήταν μεγάλο μάθημα αυτό, καθώς καταλαβαίνεις τι είναι ο καθένας. Από όλους αυτούς που θαύμαζε και θαυμάζει ο κόσμος, άλλοι το άξιζαν και άλλοι όχι.

Τι σας αρέσει να κάνετε στον ελεύθερό σας χρόνο για να αποφορτίζεστε;

Μου αρέσει να είμαι μόνη μου, παρέα του εαυτού μου, εδώ και πολλά χρόνια. Αν είχα σπίτι σε χωριό, θα είχα φύγει από τα 45 μου, το αργότερο 50 και δεν θα ξαναγύριζα στην Αθήνα. Θέλω να βρίσκομαι μακριά από την τοξικότητα.

Αν γυρίζατε τον χρόνο πίσω, τι συμβουλή θα δίνατε στον εαυτό σας;

Θα με συμβούλευα να σπουδάσω συγχρόνως με την υποκριτική, π.χ Ψυχολογία ή Ψυχιατρική που μου άρεσαν αρκετά. Τότε βέβαια δεν υπήρχε η Εγκληματολογία, που θα ήθελα πολύ να την ακολουθήσω. Πάντως θα σπούδαζα κάτι.

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ