Connect with us

Ελλάδα

Δημόσιο και μονιμότητα: Το τέλος μιας εποχής ή η αρχή μιας νέας μεταρρύθμισης;

Published

on

Η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα, θεσμός με ιστορία 114 ετών, τίθεται πλέον στο επίκεντρο της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης, σύμφωνα με δηλώσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Στόχος είναι η αναδιάρθρωση ενός συστήματος που, παρά τις αρχικές του προθέσεις, έχει καταλήξει να παγιώνει αγκυλώσεις και στρεβλώσεις στην κρατική λειτουργία.

Η μονιμότητα καθιερώθηκε επίσημα το 1911 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο με σκοπό να σταθεροποιηθεί η δημόσια διοίκηση και να θωρακιστεί από τις συνεχείς πολιτικές παρεμβάσεις. Παρά τα ευγενή κίνητρα, στη συνέχεια ο θεσμός μετατράπηκε σε εργαλείο εξυπηρέτησης πελατειακών σχέσεων, με αποτέλεσμα, την παραμονή του πρώτου μνημονίου, η μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων να ξεπερνά το 10% του ΑΕΠ.

Η απουσία οποιασδήποτε ψηφιακής καταγραφής του προσωπικού μέχρι το 2010 οδήγησε σε πλήρη διοικητική σύγχυση. Η εφαρμογή της ηλεκτρονικής «Απογραφής» αποκάλυψε πως το Δημόσιο απασχολούσε σχεδόν ένα εκατομμύριο υπαλλήλους, με κόστος που άγγιζε τα 24,5 δισ. ευρώ ετησίως. Ακολούθησε συρρίκνωση του δημοσιοϋπαλληλικού σώματος και εφαρμογή ενιαίου μισθολογίου, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι τεράστιες ανισότητες στους μισθούς.

Στο μεταξύ, η μονιμοποίηση περίπου 50.000 υπαλλήλων μέσω του Π.Δ. Παυλόπουλου το 2004 βρέθηκε στο στόχαστρο, καθώς οι έλεγχοι αποκάλυψαν σωρεία πλαστών δικαιολογητικών. Η διοικητική αποδιοργάνωση ήταν τόσο έντονη που περιστασιακά καταγράφονταν φουσκωμένα νούμερα προσλήψεων εξαιτίας… λαθών στη χρήση φαξ.

Η μνημονιακή περίοδος επέβαλε δραστική μείωση των προσλήψεων, καθιερώνοντας αρχικά τον κανόνα 5:1 και στη συνέχεια 1:1. Παρά τις μεταρρυθμίσεις και την αυστηροποίηση των διαδικασιών μέσω ΑΣΕΠ, φαινόμενα παρασκηνιακής μονιμοποίησης παραμένουν, ιδίως σε ΟΤΑ, μέσω δικαστικών αποφάσεων.

Η συνταγματική κατοχύρωση της μονιμότητας (άρθρο 103) προοριζόταν για να προστατεύει τη δημόσια διοίκηση από πολιτικές παρεμβάσεις, όχι για να παρέχει ακατάλυτη ασυλία. Ειδικότερα, οι υπάλληλοι είναι μόνιμοι μόνο όσο υπάρχουν οι οργανικές θέσεις που κατέχουν. Σε περιπτώσεις κατάργησης θέσης ή πειθαρχικού παραπτώματος, η απόλυση είναι εφικτή, αν και σπάνια. Η συντεχνιακή αντίληψη και οι καθυστερήσεις στα πειθαρχικά συμβούλια έχουν διατηρήσει τον αριθμό των απολύσεων χαμηλό: μόλις 1.097 τα τελευταία πέντε χρόνια.

Το νέο πλαίσιο εξετάζει την επέκταση των πειθαρχικών λόγων απόλυσης, τη σύνδεση αξιολόγησης με ποινές, και την πιθανή διακοπή μονιμότητας μέσω διαθεσιμότητας, αν καταργηθεί η οργανική θέση. Η αξιολόγηση και η στοχοθεσία θεωρούνται πια ώριμες πολιτικές για να επανεξεταστεί ο ρόλος και η έννοια της μονιμότητας.

Αν η κυβέρνηση δεν επιτύχει την απαιτούμενη πλειοψηφία 180 ψήφων για συνταγματική αναθεώρηση, η υφιστάμενη διάταξη του Συντάγματος αφήνει περιθώριο για ερμηνευτική προσέγγιση. Εφόσον η οργανική θέση παύει να υφίσταται, ο υπάλληλος μπορεί να τεθεί σε διαθεσιμότητα, και αν δεν επανατοποθετηθεί αλλού, απολύεται. Η δυνατότητα μετάταξης αποτελεί τη μοναδική διέξοδο για τη διατήρηση της θέσης εργασίας.

Η δημόσια διοίκηση βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Το μέλλον της μονιμότητας συνδέεται άμεσα με την ανάγκη για ένα σύγχρονο, αποδοτικό και αξιοκρατικό κράτος.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ